Ρεπορτάζ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ
«Μπήκαμε μέσα στο γκαράζ, ήμασταν επτά – οκτώ αστυνομικοί, όλοι από την ειδική ομάδα “σοβαρών και βίαιων εγκλημάτων” του Ντέρμπαν. Mέσα στο αυτοκίνητο υπήρχε ένας μαύρος, ήταν νεκρός και είχε σημάδια από σφαίρες στο σώμα. Λίγα μέτρα παραδίπλα υπήρχε ακόμα ένας μαύρος, που χαροπάλευε τραυματισμένος. Οι αστυνομικοί στάθηκαν γύρω του και τον κορόιδευαν. Πρέπει να πέρασαν πάνω από 30 λεπτά. Ο ένας είπε στα ολλανδικά “αυτό το σκυλί δεν λέει να πεθάνει” κι ένας άλλος πρότεινε “να τον πατήσουμε στο στομάχι για να πεθάνει πιο γρήγορα”. Οταν τους ρώτησα “γιατί δεν φωνάζουμε ασθενοφόρο;” ο επικεφαλής μού απάντησε: “Είναι απέξω αλλά τους είπαμε ότι η περιοχή δεν είναι ακόμα ασφαλής. Αν αφήσουμε τους τραυματιοφορείς να μπουν, θα τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο και θα σπαταλήσουμε τα χρήματα των φορολογουμένων”. Οταν τελικά ξεψύχησε, αναφώνησαν: “Επιτέλους, πέθανε!”».
Ο 46χρονος σήμερα Αρης Δανίκας ταξίδεψε το 1988 στη Νότιο Αφρική για να σπουδάσει ηλεκτρονικός. Πέντε χρόνια αργότερα άνοιξε ένα κατάστημα με ηλεκτρικά είδη στο Ντέρμπαν. Το 1998 γνώρισε τον διοικητή της ειδικής ομάδας «σοβαρών και βίαιων εγκλημάτων» της αστυνομίας, στρατηγό Γιόχαν Μπόισον. Εγιναν καλοί φίλοι και ένα χρόνο αργότερα αποφάσισε να συμμετάσχει ως έφεδρος (εθελοντής) αστυνομικός στην ομάδα του.
Τα χρόνια που ακολούθησαν εξελίχθηκε σε έμπιστο συνεργάτη του Μπόισον, έχοντας –μεταξύ άλλων– ως αρμοδιότητα να τραβάει φωτογραφίες και βίντεο από σκηνές άγριων εγκλημάτων. Μέχρι το 2008 –όταν εγκατέλειψε τη Ν. Αφρική φοβούμενος για τη ζωή του– ο Αρης Δανίκας είχε καταγράψει με την κάμερά του βασανισμούς και δολοφονίες μαύρων από τους αστυνομικούς της ομάδας. Επέστρεψε στην Ελλάδα, άλλαξε τηλέφωνο και διεύθυνση και ανέβασε το «επίμαχο» υλικό στο Διαδίκτυο.
Πρόσωπο-κλειδί
Σήμερα, είναι πρόσωπο-κλειδί στην έρευνα των δικαστικών αρχών της Νοτίου Αφρικής για τη δράση της «ομάδας θανάτου» στην οποία υπηρετούσε για εννέα χρόνια. Βρίσκεται υπό την προστασία της Διεθνούς Αμνηστίας και προ μηνών απέσπασε το ένα από τα έξι βραβεία whistleblowing παγκοσμίως, από την οργάνωση Blueprint for Free Speech. Ο στρατηγός Μπόισον και άμεσοι συνεργάτες του απομακρύνθηκαν από το σώμα και αντιμετωπίζουν βαριές κατηγορίες για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, ανθρωποκτονίες κ.ά.
«Δεν ήθελα να αφήσω αυτούς τους ανθρώπους στη θέση τους. Να αποφασίζουν ποιος μαύρος ζει και ποιος πεθαίνει, ποιος θα υποστεί βασανιστήρια και ποιος όχι», λέει σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Κ» από μυστική τοποθεσία στην Ελλάδα.
Η «περιπέτεια» του Αρη Δανίκα στην ειδική ομάδα «σοβαρών και βίαιων εγκλημάτων» του Ντέρμπαν ξεκίνησε το 1999, έπειτα από προτροπή του πανίσχυρου τότε στρατηγού της τοπικής αστυνομίας Γιόχαν Μπόισον.
«Ηταν μια κλειστή ομάδα λευκών ολλανδόφωνων, στην οποία συμμετείχαν υψηλόβαθμοι αξιωματικοί, οι περισσότεροι υποστηρικτές του παλαιού καθεστώτος του Απαρτχάιντ», εξηγεί. Το 2001, στη διάρκεια μιας συνάντησης σε καφετέρια στην «επαρχία των Ζουλού» (Kwazulu – Natal), o Μπόισον έδειξε στον Δανίκα τη φωτογραφία ενός μαύρου λέγοντάς του: «Αν τον δεις, φύτεψέ του μια σφαίρα στο κεφάλι».
Λίγες ημέρες μετά, η ομάδα του Δανίκα εντόπισε –στη διάρκεια νυχτερινής επιχείρησης– τον ύποπτο μέσα σε μια καλύβα με τη σύζυγο και τα παιδιά τους. «Τον έσυραν έξω και του πέρασαν χειροπέδες πίσω από την πλάτη. Φορούσε μόνο το εσώρουχό του και τον πέταξαν στις λάσπες. Μια ομάδα 10 – 12 αστυνομικών σχημάτισε έναν κύκλο γύρω του και τον πυροβόλησε. Προσπάθησα να πλησιάσω, ωστόσο ο ένας από αυτούς μου είπε σε έντονο ύφος “τσακίσου φύγε από εδώ”. Αργότερα, όταν ρώτησα τι συνέβη, μου είπαν ότι ο ύποπτος προσπάθησε να τραβήξει όπλο που είχε κρύψει σε ένα ποταμάκι. Φυσικά, ούτε όπλο υπήρχε ούτε ποταμάκι», εξηγεί.
Τρία χρόνια αργότερα και ενώ είχε κερδίσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη των συναδέλφων του (βραβεύτηκε για τις επιδόσεις του ως εθελοντής αστυνομικός), ο Δανίκας μαγνητοσκόπησε κρυφά με το κινητό του τηλέφωνο τον βασανισμό ενός μαύρου που ήταν ύποπτος για ληστεία εις βάρος ενός οδηγού αυτοκινήτου.
«Προσποιήθηκα ότι μιλούσα με την οικογένειά μου στην Ελλάδα. Τράβηξα με το κινητό τρία βιντεάκια. Εάν με έπιαναν, θα με “καθάριζαν”», θυμάται.
Στα βίντεο, οι αστυνομικοί εμφανίζονται να έχουν δέσει χειροπόδαρα σε μια καρέκλα και να χτυπούν στο στήθος και στα πόδια δύο άνδρες. Αμέσως μετά, πιέζουν ένα κομμάτι δέρμα στο πρόσωπο του ενός ώστε να μην μπορεί να αναπνεύσει και το κρατούν για μερικά δευτερόλεπτα. Οταν έπειτα από κάποιους μήνες αποφάσισα να δείξω τα βίντεο στον στρατηγό, εκείνος γέλασε και μου είπε “έτσι έχουμε αποτελέσματα”».
Το τελευταίο και πιο σκληρό από τα περιστατικά που κατέγραψε ο Δανίκας εκτυλίχθηκε ανήμερα το ορθόδοξο Πάσχα, το 2007. Διασκέδαζαν στο σπίτι του μαζί με τον στρατηγό και τις συζύγους τους, όταν ειδοποιήθηκαν να μεταβούν στο γκαράζ ενός σπιτιού, στην «ινδική» συνοικία της πόλης, όπου είχε σημειωθεί ένοπλη συμπλοκή. Φτάνοντας στο σημείο βρήκαν έναν μαύρο ήδη νεκρό και έναν βαριά τραυματία, ενώ παρόντες ήταν 6 – 7 αστυνομικοί της ομάδας.
Οπως διηγείται ο Δανίκας κοιτώντας στην οθόνη του υπολογιστή του το σοκαριστικό βίντεο που τράβηξε από το εσωτερικό του κλειστού πάρκινγκ, οι αστυνομικοί περίμεναν πάνω από 30 λεπτά μέχρι να ξεψυχήσει αβοήθητος ο τραυματίας, βρίζοντάς τον και αποκαλώντας τον σκυλί. Επιπλέον –όπως υποστηρίζει– του ζήτησαν να εξαφανίσει τους κάλυκες από τα πυροβόλα όπλα που είχαν χρησιμοποιήσει και μετακίνησαν το πτώμα «φυτεύοντάς» του ένα όπλο στο χέρι.
«Με απειλούσαν και έφυγα κρυφά για την Ελλάδα»
Τους μήνες που ακολούθησαν, η σχέση του Δανίκα με τον Γιόχαν Μπόισον διαταράχθηκε. «Μου ζήτησε να εξαφανίσω τα βίντεο που είχα μαζέψει και όταν εγώ του ζήτησα να αλλάξω τμήμα, εκείνος αρνήθηκε να υπογράψει τη μετακίνησή μου».
Λίγο καιρό αργότερα, ο Δανίκας θυμάται ότι άρχισε να δέχεται απειλητικά μηνύματα στο κινητό του τηλέφωνο και στις αρχές του 2008 οι μέχρι τότε συνάδελφοί του τον επισκέφθηκαν στο σπίτι του και του πήραν το όπλο και το σήμα της αστυνομίας. «Ηξερα ότι έπρεπε να φύγω. Ηταν θέμα χρόνου να μου συμβεί κάποιο “ατύχημα”. Με πρόσχημα ότι φεύγω για ολιγοήμερες διακοπές, πήγα κρυφά με τη γυναίκα μου στο Γιοχάνεσμπουργκ και φύγαμε από τη Νότιο Αφρική». Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Δανίκας άλλαξε σπίτι και τηλέφωνο και το 2009 ανέβασε τα βίντεο σε ανώνυμο λογαριασμό στο YouΤube.
Σήμερα, τα βίντεο χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικό υλικό στη δικαστική έρευνα που εξελίσσεται στη Νότιο Αφρική για τη δράση της συγκεκριμένης ομάδας αστυνομικών, ενώ ο Μπόισον και οι άμεσοι συνεργοί του αντιμετωπίζουν διώξεις σε βαθμό κακουργήματος για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης κ.ά.
Τον Δανίκα επισκέφθηκαν τρεις φορές στην Αθήνα αξιωματούχοι της Νοτίου Αφρικής, ενώ πρόσφατα ο 46χρονος άλλοτε εθελοντής αστυνομικός απέσπασε βραβείο (από την οργάνωση Blueprint for Free Speech) για τη συμβολή του στη αποκάλυψη της υπόθεσης.
https://www.kathimerini.gr/investigations/877259/pata-ton-sto-stomachi-na-pethanei-pio-grigora/